ξυλοναΐσκιον

ξυλοναΐσκιον
ξῠλο-νᾱΐσκιον, τό,
A wooden shrine, POxy.521 (ii A.D.).

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • ξυλοναΐσκιον — ξυλοναΐσκιον, τὸ (Α) μικρός ξύλινος ναός. [ΕΤΥΜΟΛ. < ξύλον + ναΐσκιον] …   Dictionary of Greek

  • ξύλο — Φυτικός ιστός, που σχηματίζει, στον βλαστό και στις ρίζες των φυτών, το ξυλώδες αγγειακό τμήμα των ηθμαγγειωδών δεσμίδων, ή σύστημα των αγωγών αγγείων· με το σύστημα αυτό μεταφέρεται και κυκλοφορεί ο ακατέργαστος χυμός, δηλαδή το νερό και οι… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”